Το διαβύβευμα των εκλογών είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα. Γράφει ο Ηλίας Βαλάρης

Με την προκήρυξη των εκλογών το μεγάλο ζητούμενο όλων, ή τουλάχιστον εκείνων που ασχολούνται ενεργότερα με τη διαδικασία είναι η καταγραφή και κατανόηση του λόγου, δηλαδή με ποιο διακύβευμα θα πάνε οι πολίτες στην κάλπη και να επιλέξουν κυβέρνηση και προφανώς Πρωθυπουργό.
Η αλήθεια είναι πως η αρχική ιδέα ήταν η οικονομία, μιας και με τόσα προβλήματα, απανωτές κρίσεις και την ακρίβεια που ταλανίζει την κοινωνία, όλοι θα επικεντρώνονταν σε αυτήν ως βασική πολιτική κίνηση. Όμως η πορεία δείχνει πως τα οικονομικά πάνε παράλληλα, με την αξιοπιστία των αρχηγών και υποψηφίων Πρωθυπουργών, ειδικά σε μια συγκυρία που η απλή αναλογική αλλάζει την οπτική των πολιτών.
Βλέπετε από τη στιγμή που το ΠΑΣΟΚ έριξε στην εκλογική κονίστρα την περίεργη πρόταση για επιλογή Πρωθυπουργού ενός αγνώστου Χ, ώστε να δικαιολογηθεί η πιθανότητα συνεργασία του τρίτου κόμματος με το πρώτο δηλαδή τη ΝΔ, που ούτως ή άλλως θα είναι η νικήτρια της κάλπης, η κουβέντα εισήλθε στην «Πρωθυπουργολογία»!
Υπό αυτά λοιπόν τα δεδομένα, ο εκλογικός αγώνας οριοθετήθηκε στο στενό πλαίσιο της αξιοπιστίας των αρχηγών, αυτών που εξαγγέλλουν και κυρίως αυτών που μπορεί ο πολίτης να εμπιστευτεί πως θα συμβούν.
Για το λόγο αυτό παρατηρούμε τις τελευταίες ημέρες και μια ασάφεια σε ότι έχει να κάνει με τις προτάσεις που καταθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σε ότι αφορά την πρότασή του περί σχηματισμού κυβέρνησης, που έφτασε και στο σημείο να ζητά ψήφο ανοχής από το… προοδευτικό μέτωπο, μιας και η ιδέα του για σχηματισμό κυβέρνησης κοροϊδευτικής συμμαχίας μάλλον βρίσκει πολλές αρνήσεις, μιας κι ο όρος για κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ δεν αρέσει ιδιαιτέρως σε κανένα από τους εν δυνάμει συνομιλητές του.
Η όποια βέβαια συζήτηση, πιθανότητα και σενάριο για μια κυβέρνηση ηττημένων έκλεισε αν όχι τυπικά, ουσιαστικά άπαξ κι «έσκασε» η πρόταση του ΜΕΡΑ 25 περί της «Δήμητρας» και του παράλληλου συστήματος πληρωμών, εκτός τραπεζικού συστήματος και με την έκδοση κάποιου είδους «λαχείου», αντί νομίσματος. Δεν χρειάστηκε καμία ιδιαίτερη σκέψη, ανάλυση ή και προσέγγιση της πρότασης Βαρουφάκη, μιας και τα αντανακλαστικά των πολιτών ήταν μοιραία άμεσα. Οι μνήμες του 2015 απλά οδήγησαν τις εξελίξεις σε ένα είδος μονοπατιού, που προφανώς δεν θα ήθελε με τίποτε ο ΣΥΡΙΖΑ να κατευθυνθεί.
Η ανάμνηση της τότε περιπέτειας με το κλείσιμο των τραπεζών, το αχρείαστο μνημόνιο που υπεγράφη, τη ρήξη με τους ευρωπαίους εταίρους μας και… την περίφημη «κωλοτούμπα» άλλαξε όλα τα προεκλογικά δεδομένα και προφανώς παρείχε ένα «ανέλπιστο δώρο» στη ΝΔ, ώστε να υποστηρίξει το βασικό της προεκλογικό επιχείρημα περί αυτοδύναμης κι ισχυρής κυβέρνησης.
Το δίλημμα των εκλογών πλέον ξεφεύγει από τα κλασσικά όρια, δηλαδή πως και με τι τρόπο θα προκύψει κάποια κυβέρνηση και εγκαθίσταται ως μια απόφαση για μια κάλπη που θα πρέπει να προκρίνει είτε τον κίνδυνο μια ενδεχόμενης περιπέτειας, υπό τα λεγόμενα των πιθανώς συνεργατών μιας υποτιθέμενης προοδευτικής διακυβέρνησης, ή μιας κυβέρνησης συνέπειας και υπευθυνότητας, έναντι των προκλήσεων που έχει η χώρα μας μπροστά της.
Νομίζω ,λοιπόν πως αυτά τα δεδομένα κάνουν κάπως ευκολότερη τη ζωή στη ΝΔ και βέβαια ισχυροποιούν κατά πολύ το επιχείρημα για ισχυρή διακυβέρνηση και γιατί όχι αυτοδύναμης διακυβέρνησης, όταν ο αντίλογος εμπεριέχει σοβαρό ρίσκο και βαρύνεται από τραγικές αναμνήσεις.
Φοβάμαι μάλιστα πως η αλλαγή της ατζέντας όπως πλέον εξελίσσεται, υπονομεύει σημαντικά την αξιοπιστία των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΖΑ, , μιας και το θυμικό των ψηφοφόρων λειτούργει υπό συλλήβδην, αξιολόγηση, παρέχοντας έτσι ευρύ περιθώριο ελιγμών στην κυβέρνηση και στον προεκλογικό λόγο του Πρωθυπουργού.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *