Τι γιορτάζουμε τη Μεγάλη Πέμπτη
Τη Μεγάλη Πέμπτη γιορτάζουμε το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών από τον Χριστό, τον μυστικό δείπνο, την προσευχή του Χριστού στο όρος των Ελαιών και την προδοσία του Ιούδα.
Μυστικός Δείπνος.
Πολλοί Ιουδαίοι ταξίδεψαν στην Ιερουσαλήμ. Ήθελαν να ευχαριστήσουν τον Θεό που είχε οδηγήσει τον λαό του Ισραήλ έξω από την Αίγυπτο. Η γιορτή του Πάσχα άρχιζε το βράδυ με ένα επίσημο δείπνο. Το γιόρταζαν σε οικογενειακό κύκλο, με φίλους και συγγενείς.
Ο Ιησούς και οι μαθητές του ήρθαν κι αυτοί στα Ιεροσόλυμα για το Πάσχα. Οι μαθητές ρώτησαν τον Ιησού: «Πού θέλεις να γιορτάσουμε το πασχαλινό δείπνο;». Ο Ιησούς έστειλε δύο από τους μαθητές του και τους λέει: «Πηγαίνετε στην πόλη. Εκεί θα συναντήσετε κάποιον που θα κουβαλάει ένα σταμνί με νερό. Ακολουθήστε τον και στο σπίτι που θα μπει, ο οικοδεσπότης θα σας δείξει ένα μεγάλο δωμάτιο, έτοιμο στρωμένο. Εκεί να κάνετε τις ετοιμασίες για το γιορτινό τραπέζι». Οι μαθητές πήγαν στην πόλη. Τα βρήκαν όπως τους τα είχε πει ο Ιησούς κι ετοίμασαν το πασχαλινό τραπέζι.
Ενώ ο Ιησούς και οι μαθητές του ήταν στο τραπέζι και έτρωγαν, είπε ο Ιησούς: «Αλήθεια σας λέω πως κάποιος από σας που τρώει μαζί μου θα με προδώσει». Λυπήθηκαν οι μαθητές κι άρχισαν να ρωτούν ο ένας μετά τον άλλο: «Μήπως είμαι εγώ;». Κι ο Ιησούς τους είπε: «Είναι ένας από τους δώδεκα, αυτός που βουτάει το ψωμί του μαζί μου στην ίδια πιατέλα».
Ενώ έτρωγαν, πήρε ο Ιησούς το ψωμί, το ευλόγησε, το έκοψε κομμάτια και το έδωσε στους μαθητές λέγοντας: «Πάρτε και φάτε, αυτό είναι το σώμα μου». Ύστερα πήρε το ποτήρι με το κρασί, κι αφού είπε την ευχαριστήρια προσευχή, τους το έδωσε, και ήπιαν απ’ αυτό όλοι. Και τους είπε: «Αυτό είναι το αίμα μου, που επισφραγίζει τη νέα διαθήκη, που χύνεται για χάρη όλων». Κι αφού έψαλαν τους καθιερωμένους ψαλμούς, βγήκαν έξω για να πάνε στο όρος των Ελαιών.
Η προδοσία και η σύλληψη του Ιησού
O Χριστός κατά τη διάρκεια της προσευχής στον κήπο της Γεθσημανή, στο όρος των Ελαιών ζήτησε από το Θεό πατέρα του να απομακρύνει το βάρος που έπρεπε να σηκώσει από αυτόν και ζήτησε αν ήταν δυνατόν να απαλλαγεί από όλα όσα θα έπρεπε να υποφέρει, αφήνοντας όμως την τελική απόφαση στο Θεό. Ενώ προσευχόταν εμφανίστηκε ένας άγγελος και έδωσε θάρρος στον Ιησού, ο οποίος στη συνέχεια επέστρεψε κοντά στους τρεις μαθητές του, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Oι μαθητές όμως που είχαν ακολουθήσει τον Ιησού είχαν αποκοιμηθεί. O Ιησούς τους ξύπνησε και τους είπε πως δεν κατάφεραν να μείνουν ξύπνιοι έστω και για μία ώρα. Τους συνέστησε να προσεύχονται για να αποφεύγουν τον πειρασμό. Αυτό έγινε τρεις φορές. Την τρίτη φορά που επέστρεψε ο Χριστός φάνηκε από μακριά μέσα στη νύχτα ο Ιούδας ο Ισκαριώτης και μαζί του ένα πλήθος από ανθρώπους οπλισμένους με ξίφη και ρόπαλα. Ο Ιούδας τούς είχε πει: «Όποιον φιλήσω, αυτός είναι. Πιάστε τον». Πλησίασε τότε αμέσως ο Ιούδας και φίλησε τον Ιησού, λέγοντας: «Χαίρε, Δάσκαλε!».
Μετά το φιλί που έδωσε ο Ιούδας το πλήθος συνέλαβε τον Ιησού, αλλά ο Πέτρος έκοψε το αυτί ενός υπηρέτη που ονομαζόταν Μάλχος. Ο Ιησούς θεράπευσε τον υπηρέτη. Στη συνέχεια είπε «Όσοι τραβούν σπαθί θα πεθάνουν από σπαθί».
Αυτοί τότε συνέλαβαν τον Ιησού και τον έδεσαν. Ο Ιησούς είπε: «Ληστής είμαι και βγήκατε με ξίφη και ρόπαλα να με συλλάβετε; Κάθε μέρα ήμουν ανάμεσά σας στον ναό και δίδασκα και δεν με συλλάβατε». Όλοι τότε οι μαθητές του τον εγκατέλειψαν κι έφυγαν.