Οταν θεωρούμε τον τουρισμό δεδομένο τού Γιάννη Ρεβύθη
Προχθές, ήταν η τελευταία μέρα λειτουργίας της βάσης για αυτόν τον χρόνο, της γνωστής αεροπορικής εταιρείας Ryanair στην Κέρκυρα.
Και όλα έγιναν ήσυχα, χωρίς καμία αναφορά, χωρίς έστω μια συμβολική κίνηση, χωρίς ένα «ευχαριστώ» απο τους θεσμικούς μας παράγοντες.
Και όμως, μιλάμε για μια εταιρεία που τους τελευταίους μήνες είχε πολλούς εργαζόμενους να ζούνε και να κινούνται στο νησί, μιλάμε για μία αεροπορική που συνέδεσε την Κέρκυρα με δεκάδες ευρωπαϊκούς προορισμούς, που συνέβαλε σημαντικά στην αυξηση της επιβατικής κίνησης και στην τοπική μας οικονομία.
Διάβασα με έκπληξη σε μία ανάρτηση γνωστού Κερκυραίου, ό,τι από τις 70 καθημερινές αφίξεις, οι 23 ήταν της Ryanair και οι υπόλοιπες 47 προέρχονταν από… 48 διαφορετικές εταιρείες.
Κι όμως, δεν βρέθηκε ένας θεσμικός φορέας, ένας εκπρόσωπος της τοπικής αυτοδιοίκησης ή του τουρισμού να καλέσει τον αρχηγό της βάσης, που ήταν για μήνες μόνιμος κάτοικος Κέρκυρας, να τον γνωρίσει, να τον ευχαριστήσει, να συζητήσει μαζί του για την επόμενη τουριστική χρονιά
Κάποτε, παρακαλούσαμε και πληρώναμε τη Ryanair να βάλει την Κέρκυρα στο πρόγραμμά της. Τώρα που ήρθε, λειτούργησε, επένδυσε , ούτε ένα τηλέφωνο, ούτε μία κίνηση ενδιαφέροντος.
Δυστυχώς, αυτό είναι το πρόβλημά μας ως τόπος:
Θεωρούμε τα πάντα δεδομένα.
Ότι ο τουρίστας θα έρθει «έτσι κι αλλιώς».
Ότι η Κέρκυρα «πουλάει από μόνη της».
Αντί να δούμε πώς θα ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα του προορισμού, πώς θα βελτιώσουμε την εμπειρία του επισκέπτη, πώς θα κρατήσουμε συνεργασίες που φέρνουν αξία στο νησί, ασχολούμαστε μόνο με το πώς θα εισπράξουμε περισσότερα από τέλη, φόρους, αυξήσεις και άλλες χρεώσεις.
Σε μια εποχή που ο τουριστικός ανταγωνισμός είναι αδυσώπητος, όπου κάθε νησί και κάθε πόλη παλεύει καθημερινά για να κρατήσει πτήσεις και θέσεις στις μεγάλες αεροπορικές, εμείς στην Κέρκυρα δείχνουμε να πιστεύουμε ότι όλα αυτά είναι “δεδομένα”.
Ότι ο τουρίστας μάς χρωστάει, και όχι εμείς σε αυτόν που πληρώνει για μια εμπειρία που θα θέλει να ξαναζήσει.
Αυτό το γεγονός θα πρέπει να λειτουργήσει ως ένα καμπανάκι αφύπνισης. Για το πώς αντιμετωπίζουμε τον τουρισμό, για το πώς λειτουργούμε ως προορισμός, για το πόσο σοβαρά παίρνουμε όσους συμβάλλουν στην τοπική μας οικονομία.
Αν συνεχίσουμε να λειτουργούμε με τη λογική ότι «ο τουρίστας θα έρθει έτσι κι αλλιώς», τότε σύντομα θα αναρωτιόμαστε γιατί οι πτήσεις λιγοστεύουν και οι επιστροφές μειώνονται.
Γιατί η αγορά μάς ξεπερνά, την ώρα που εμείς παρακολουθούμε τους γνωστούς συλλόγους να συνεδριάζουν σε..ολομέλεια προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον “εχθρό” επαγγελματία, η ακόμα…όταν μοιράζουμε πλακέτες και σουβενίρ σε περαστικούς.

