ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ- ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Οικονομικές Προβλέψεις: Η Επιστήμη Και Το Μαντείο! Γράφει ο Σπύρος Άνδρεϊτς

Η οικονομική επιστήμη, με τα δύσπεπτα μαθηματικά της μοντέλα και τις στατιστικές της αναλύσεις, συχνά παρουσιάζεται ως ένας πυλώνας λογικής και προβλεπτικής ικανότητας. Ωστόσο, η αλήθεια είναι πιο σύνθετη. Σε αντίθεση με τις ακριβείς φυσικές επιστήμες, η οικονομία ερευνά την ανθρώπινη συμπεριφορά σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, γεμάτο απρόβλεπτους παράγοντες και αλληλεπιδράσεις. Η προσπάθεια πρόβλεψης των οικονομικών εξελίξεων, ιδίως στο μεσοπρόθεσμο μέλλον, αποδεικνύεται συχνά ένα επισφαλές εγχείρημα, όπως φάνηκε με δραματικό τρόπο κατά την περίοδο της ελληνικής οικονομικής κρίσης.
Ας δούμε συνοπτικά κάποιες βασικές επιστημολογικές επιφυλάξεις απέναντι στην οικονομική επιστήμη:
Υποθέσεις που απλοποιούν υπερβολικά την πραγματικότητα: Τα οικονομικά μοντέλα συχνά βασίζονται σε απλουστευτικές υποθέσεις για την ανθρώπινη συμπεριφορά (π.χ., ορθολογικότητα, πλήρης πληροφόρηση) που δεν αντικατοπτρίζουν πάντα την αχανή πολυπλοκότητα του πραγματικού κόσμου. Αυτό θέτει ερωτήματα για την εγκυρότητα των συμπερασμάτων που προκύπτουν από αυτά τα μοντέλα.
Δυσκολία πειραματισμού: Σε αντίθεση με τις φυσικές επιστήμες, η διεξαγωγή ελεγχόμενων πειραμάτων στην οικονομία είναι συχνά ανέφικτη ή ηθικά προβληματική. Αυτό καθιστά πιο δύσκολη την εμπειρική επαλήθευση των οικονομικών θεωριών και την εξαγωγή αιτιακών συμπερασμάτων.
Επιρροή ιδεολογικών στερεοτύπων και πολιτικών προτιμήσεων: Οι οικονομικές θεωρίες και πολιτικές συχνά επηρεάζονται από τις ιδεολογικές και πολιτικές προτιμήσεις των οικονομολόγων και των φορέων χάραξης πολιτικής. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υποκειμενικότητα και μεροληψία στην ανάλυση και τις προτάσεις.
Περιορισμένη προβλεπτική ικανότητα: Παρά την ανάπτυξη εξελιγμένων μοντέλων, η οικονομική επιστήμη συχνά δυσκολεύεται να προβλέψει με ακρίβεια οικονομικές κρίσεις ή άλλες σημαντικές μεταβολές. Αυτό εγείρει ερωτήματα σχετικά με την πραγματική κατανόηση των υποκείμενων μηχανισμών.
Ζήτημα αντικειμενικότητας: Υπάρχει μια συνεχιζόμενη συζήτηση για το αν η οικονομική επιστήμη μπορεί να είναι πραγματικά αντικειμενική, δεδομένης της σύνδεσής της με την κοινωνία και την πολιτική, καθώς και της εγγενούς υποκειμενικότητας στην ανθρώπινη συμπεριφορά.
Η θεμελιώδης διαφορά της οικονομίας από τις “σκληρές” επιστήμες έγκειται, όπως προαναφέρθηκε, στην έλλειψη ελεγχόμενων πειραμάτων. Οι οικονομολόγοι δεν μπορούν να θέσουν την οικονομία σε ένα εργαστήριο και να ελέγξουν μεταβλητές κατά βούληση. Αντ’ αυτού, αναγκάζονται να βασιστούν σε ιστορικά δεδομένα και παρατηρήσεις, τα οποία είναι εγγενώς περιορισμένα και συχνά επηρεάζονται από ένα πλήθος ταυτόχρονα εξελισσόμενων γεγονότων. Επιπλέον, η ανθρώπινη συμπεριφορά, με τις ψυχολογικές της διακυμάνσεις, τις μεταβαλλόμενες προσδοκίες και τις συχνά παράλογες αντιδράσεις, αποτελεί έναν αστάθμητο παράγοντα που υπονομεύει κάθε προσπάθεια ακριβούς πρόβλεψης.
Η πολυπλοκότητα των οικονομικών συστημάτων, με τον τεράστιο αριθμό αλληλένδετων μεταβλητών, προσθέτει ένα ακόμη επίπεδο δυσκολίας. Η απομόνωση της επίδρασης μιας μεμονωμένης πολιτικής ή μιας εξωτερικής σοκαριστικής εξέλιξης είναι σχεδόν αδύνατη. Επιπλέον, οι αξιακές κρίσεις και οι υποκειμενικές ή ιδεολογικές προκαταλήψεις συχνά επηρεάζουν τις οικονομικές θεωρίες και τις προτεινόμενες πολιτικές, οδηγώντας σε διαφορετικές και ενίοτε απολύτως αντικρουόμενες αναλύσεις.
Η αδυναμία ακριβούς πρόβλεψης έγινε οδυνηρά εμφανής κατά τη διάρκεια της ελληνικής οικονομικής κρίσης, η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 2009 και κλόνισε συθέμελα την ελληνική κοινωνία και την ευρωζώνη. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, πληθώρα οικονομολόγων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, επιχείρησαν να προβλέψουν την εξέλιξη της κρίσης, τις επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας και τις πιθανότητες ανάκαμψης. Δυστυχώς, οι περισσότερες από αυτές τις προβλέψεις αποδείχθηκαν τραγικά λανθασμένες, αφήνοντας πίσω τους ένα αίσθημα απογοήτευσης και αμφισβήτησης σχετικά με την αξιοπιστία της οικονομικής επιστήμης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι αρχικές προβλέψεις για το βάθος και τη διάρκεια της ύφεσης. Πολλοί οικονομολόγοι υποτίμησαν σημαντικά την ένταση της συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας και την επιμονή της ύφεσης για μια τόσο παρατεταμένη περίοδο. Οι προβλέψεις για την ανεργία, το δημόσιο χρέος και την ανάκαμψη συχνά αποδείχθηκαν υπερβολικά αισιόδοξες, μη λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα των κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων που επηρέαζαν την οικονομική πραγματικότητα.
Επιπλέον, οι προβλέψεις για τις επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας, που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα ως προϋπόθεση για τη χρηματοδοτική στήριξη, επίσης αποδείχθηκαν κατά το πλείστον εσφαλμένες. Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστήριζαν ότι η αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή θα οδηγούσε σύντομα σε ανάκαμψη της εμπιστοσύνης και επιστροφή στην ανάπτυξη. Ωστόσο, στην πράξη, η λιτότητα οδήγησε σε βαθύτερη και παρατεταμένη ύφεση, αύξηση της ανεργίας και κοινωνική αναταραχή, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων πολιτικών.
Ακόμη και οι προβλέψεις για το ενδεχόμενο Grexit (εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη) διέφεραν σημαντικά μεταξύ των οικονομολόγων, με ορισμένους να προειδοποιούν για καταστροφικές συνέπειες και άλλους να υποστηρίζουν ότι θα μπορούσε να αποτελέσει μια λύση για την ανάκαμψη. Η τελική αποφυγή του Grexit δεν δικαίωσε απαραίτητα τις όποιες προβλέψεις καθεαυτές, αλλά μάλλον κατέδειξε την υψηλή αβεβαιότητα και την πολιτική διάσταση των οικονομικών αποφάσεων.
Οι τραγικά λανθασμένες προβλέψεις κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης δεν υπονομεύουν απαραίτητα την αξία της οικονομικής επιστήμης στο σύνολό της. Ωστόσο, αναδεικνύουν τους περιορισμούς της προβλεπτικής της ικανότητας και την ανάγκη για μεγαλύτερη αυτογνωσία και αναγνώριση της πολυπλοκότητας των οικονομικών συστημάτων. Επιπλέον, υπογραμμίζουν τον κίνδυνο απλοϊκών ερμηνειών και βιαστικών συμπερασμάτων από μη ειδικούς οι οποίοι κάποτε επιχειρούν να αναλύσουν παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις χρησιμοποιώντας μια “κουρελού” από ιδεολογικά λυσάρια-τυφλοσούρτες, που θυμίζουν αφελή “πεταλωτή” που θέλει σώνει και καλά να εκτελέσει εγχείριση εγκεφάλου.
Στην πραγματικότητα, η κατανόηση των οικονομικών φαινομένων απαιτεί μια βαθιά γνώση των θεωριών, των μεθοδολογιών και των ιστορικών δεδομένων, καθώς και την αναγνώριση των κοινωνικών, πολιτικών και ψυχολογικών παραγόντων που διαμορφώνουν την οικονομική πραγματικότητα. Χωρίς αυτή την ολοκληρωμένη προσέγγιση, οποιαδήποτε ερμηνεία, όσο εύηχη κι αν ακούγεται, κινδυνεύει να είναι επιφανειακή και παραπλανητική.
Συνεπώς, η οικονομική επιστήμη προσφέρει χρήσιμα εργαλεία για την ανάλυση και την κατανόηση των οικονομικών συστημάτων. Ωστόσο, η πρόβλεψη των μεσοπρόθεσμων εξελίξεων παραμένει μια δυσεπίτευκτη πρόκληση, όπως αποδείχθηκε περίτρανα από την ελληνική οικονομική κρίση. Η αναγνώριση των περιορισμών της οικονομικής επιστήμης και η αποφυγή απλοϊκών ερμηνειών είναι απαραίτητες για μια πιο ρεαλιστική και χρήσιμη κατανόηση του σημερινού κόσμου. Η εμπειρία της Ελλάδας αποτελεί μια σκληρή υπενθύμιση ότι η οικονομία, παρά τα μαθηματικά της καλούπια, παραμένει βαθιά εξαρτημένη από την απρόβλεπτη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης.