Λεξικά ζωντανής γλώσσας; Ή συνταγολογία καθαρολόγων; Του Σπύρου Άνδρεϊτς
… τίποτα το τελεσίδικο δεν έχει παραχθεί μέχρι τώρα στη γλώσσα. Οι τελευταίες λέξεις του κόσμου και επί του κόσμου δεν έχουν ειπωθεί ακόμα! Ο αυθεντικός ανθρώπινος λόγος, όσο κι αν κάποιοι «ειδικοί» πασχίζουν να τον «σωφρονίσουν», θα παραμένει πεισματικά ανοιχτός κι ελεύθερος. Γιατί όλα είναι ακόμα να έρθουν! Γιατί όλα θα είναι πάντα να έρθουν!
Είναι παρατηρημένο ότι πολλοί «εγγράμματοι» ενήλικες όπως και οι μεγαλύτερης ηλικίας σχολαστικοί χρήστες της γλώσσας βλέπουν με ιδιαίτερη ανησυχία κάθε διαφοροποίηση που διακρίνουν στους τρόπους της γλωσσικής έκφρασης, είτε αυτή προέρχεται από το αντισυμβατικό λεκτικό των νέων είτε από κάποιους νεολογισμούς στον γραπτό ιδίως λόγο. Υποστηρίζουν ότι κάθε αλλαγή αποτελεί δυσοίωνο σημάδι γλωσσικής κατάπτωσης και παρακμής. Διατείνονται επίσης ότι, για να μην φθαρεί, η γλώσσα πρέπει να υπακούει σε ανελαστικούς κανόνες που αντλούνται κυρίως από τους τύπους της επίσημης εκδοχής της, εκείνους που θεωρούνται ότι παρουσιάζουν το μεγαλύτερο κύρος και γόητρο. Γλωσσικούς τύπους δηλαδή που συνήθως είναι στενά συνδεδεμένοι με τον «ηγεμονικό» λόγο της διοικητικής και κοινωνικής εξουσίας.
Εντούτοις, η γλώσσα σε πείσμα των εκάστοτε κηδεμόνων της υφίσταται από τα ίδια τα πράγματα συνεχείς αλλαγές τόσο μεταξύ ξεχωριστών κοινωνικών ομάδων και γεωγραφικών περιοχών όσο και μεταξύ διαφορετικών χρονικών περιόδων.
Το παράδοξο είναι ότι οι γλωσσικές αλλαγές φαίνονται, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστο, να είναι λειτουργικά ασύμφορες τόσο γιατί δυσχεραίνουν τον καθιερωμένο κώδικα επικοινωνίας, αλλά και διότι αξιολογούνται αρνητικά από τα «ανώτερα» κοινωνικά στρώματα. Ωστόσο, συνιστούν ένα οικουμενικό φαινόμενο το οποίο νομοτελειακά υπόκειται στην ιστορική εξέλιξη .
Τέτοιες είναι μάλιστα οι μετατροπές που επέρχονται ώστε αν μεσολαβήσει διάστημα χιλίων περίπου χρόνων και συγκριθούν 2 ετερόχρονες ποικιλίες της ίδιας γλώσσας (η πρωτινή και η κατοπινή) αυτές να παρουσιάζουν μικρή έως ελάχιστη ομοιότητα η μία με την άλλη. Ο βαθμός ακαταληψίας της παλαιότερης γλωσσικής ποικιλίας διαφέρει βεβαίως ανάλογα με τη γλώσσα.
Το φαινόμενο θα το εξηγήσουμε άμα σκεφτούμε ότι απόλυτα αμετάλλακτες και αναλλοίωτες είναι μόνο οι νεκρές γλώσσες καθώς επίσης ότι το γλωσσικό σημείο είναι πάντοτε ένα ζήτημα ιστορικής και πολιτισμικής σύμβασης. Ποιες είναι άραγε οι κυρίαρχες αιτίες που το τροφοδοτούν;
ΓΙΑΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ Η ΓΛΩΣΣΑ;
Πρώτα-πρώτα η ίδια η πραγματικότητα αλλάζει συνεχώς. Πραγματικότητα όμως χωρίς σημασιοδότηση δεν υπάρχει. Οι επιμέρους ερμηνείες της πραγματικότητας δεν μπορεί ασφαλώς να έχουν στατικό, αλλά δυναμικό χαρακτήρα. Διαρκώς εμπλουτίζονται, αναθεωρούνται, διορθώνονται και προοδευτικά αντικαθίστανται μέσω νέων γλωσσικών σημείων.
Με άλλα λόγια, επειδή σ’ ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο ανθρωπογενές περιβάλλον τα ερεθίσματα ποτέ δεν σταματούν, διαρκείς είναι και οι αποκρίσεις της γλώσσας με τη δημιουργία νέων λέξεων.
Επιπλέον, ακόμη και οι φωνητικές μεταβολές συνδιαμορφώνουν αυτή την εξέλιξη: οι πιο φανερές στην αίσθηση της ακοής μας είναι οι φυσικές «τριβές» της γλωσσικής χρήσης, όπως για παράδειγμα όταν ο ομιλούμενος λόγος παράγει τα οικεία στους «γραμματισμένους» φαινόμενα της αφομοίωσης, της ανομοίωσης, της αποκοπής, της έκκρουσης (έκθλιψης↔αφαίρεσης) και της συγκοπής.
Με την πάροδο μακρού χρόνου το ροκάνισμα αυτό αποβαίνει εξαιρετικά διαβρωτικό. Ας λάβουμε επίσης υπόψη ότι μεγάλες φωνηεντικές μεταβολές με τροποποιήσεις της μακρότητας έχουν υποστεί οι περισσότερες γνωστές γλώσσες.
Είναι επιπλέον γνωστό ότι η σημασία των λέξεων αλλάζει με την χρησιμοποίηση σχημάτων λόγου όπως η μεταφορά και η μετωνυμία.
Προπάντων, όμως, καθώς η κοινωνία προχωρά, οι επιστημονικές, τεχνολογικές και οι ευρύτερα πνευματικές γνώσεις αυξάνονται, οι αξίες τροποποιούνται, νέες ανάγκες προκύπτουν, νέα πράγματα εφευρίσκονται, νέα φυσικά στοιχεία ανακαλύπτονται. Έτσι ο ανθρώπινος στοχασμός αναγκάζεται από την ίδια τη ζωή να δημιουργεί νέες λέξεις ή να λεπτουργεί πάνω στις υπάρχουσες έννοιες καθιστώντας τες πιο περιεκτικές και πολύσημες.
Οι επιδράσεις ακόμη που ασκεί η μαζική εσωτερική και εξωτερική μετακίνηση πληθυσμών, η δεσποτεία μιας σχεδόν οικουμενικής γλώσσας, η κατανάλωση ξενόγλωσσης ονομασίας αγαθών, η υποταγή στην εισαγόμενη μόδα και τους εισαγόμενους κώδικες μαζικής διασκέδασης προκαλούν την υιοθέτηση ξένων λέξεων ή τη σημασιολογική διεύρυνση λέξεων της μητρικής γλώσσας.
Επιπλέον, τούτο είναι το καίριο: η γλώσσα ως φορέας νοημάτων κυριολεκτικά υποβαστάζει την ανθρώπινη κοινωνία όπως και αντίστροφα κάθε αισθητή κοινωνική εξέλιξη προξενεί αναπόφευκτα και αυτή απτές γλωσσικές αλλαγές.
Σε μια αρχέγονη στατική κοινωνία η γλώσσα περικλείει τις παραδοσιακές αξίες οι οποίες παραμένουν αδιαμφισβήτητες. Η παράδοση αποτελεί τη μοναδική βάση γνώσης και νόησης. Έτσι σε μια πρωτόγονη κοινωνία η ανάγκη για συνεχή αναζήτηση νέων αληθειών που εξακολουθούν να διαφεύγουν από την υφιστάμενη συνείδηση των μελών της δεν υφίσταται καν. Η αλήθεια είναι παγίως μία και δοσμένη για πάντα. Είναι απλά η ενστικτώδης ταύτιση όλων με την παραγγελματική δράση και την εμβρυώδη σκέψη της ομάδας.
Σε πιο σύνθετες όμως ανοιχτές κοινωνίες αναπότρεπτων αμφισβητήσεων και αλλαγών η γλώσσα για να λειτουργεί πρέπει να ενσωματώνει τις νέες κοινωνικές αξίες, τις νέες ενοράσεις που σαν δυναμικώς αναδυόμενα σημαινόμενα ανατρέπουν την ανεπάρκεια και τη δυσχρηστία των φθαρμένων γλωσσικών σημαινόντων. Σ’ αυτές λοιπόν τις κυριολεκτικά «πολυφωνικές» κοινωνίες οι λέξεις δεν μπορούν να έχουν ένα μοναδικό και αιωνίως αμετακίνητο νόημα, αλλά μεταβάλλονται αδιάκοπα υπό την επήρεια των αμέτρητων υλικών και πνευματικών αλλαγών.
Προπάντων όμως, ισχύ καταλυτική διαθέτει εδώ το επιχείρημα του Saussure: η ίδια δηλαδή η αυθαιρεσία του γλωσσικού σημείου καθιστά αναπόφευκτη την ιστορική αλλαγή στη γλώσσα! Όπως κάθε αυθαιρεσία, ρέπει κι αυτή προς την ευμεταβλησία και την αστάθεια. Διαρκώς και πάντοτε!
Τα δεδομένα τούτα αρκούν από μόνα τους για να φανεί η ανεδαφικότητα των απόψεων που εκφράζουν συνήθως οι υπέρμαχοι της γλωσσικής απολίθωσης και ακαμψίας. Αξίζει, παρ’ όλα αυτά να αναζητήσουμε τους βαθύτερους λόγους που υποκινούν τη στάση των γλωσσαμυντόρων της στασιμότητας.
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ
Η στάση τους αυτή καθρεφτίζει ανάγλυφα μια ευρύτερη ιδεολογική και πνευματική αγκύλωση. Αυτό στο οποίο αντιστέκονται είναι στην ουσία ο διαφορετικός λόγος του άλλου, ειδικότερα ο μη τυποποιημένος, ο απρόσμενος κι απροσχεδίαστος. Το αντίθετο δηλαδή της δικής τους αυταρχικής και μονολογικής παπαγαλίας.
Αυτό που θέλουν να πετύχουν είναι να φυλακίσουν την αλήθεια μέσα στα ασφυκτικά όρια ενός διατεταγμένου λεξιλογίου, το οποίο μάλιστα επιθυμούν να χορηγείται με το εγκεκριμένο από τους ίδιους «συνταγολόγιο».
Δεν καταλαβαίνουν ότι η αλήθεια βρίσκεται μόνο ανάμεσα στις συνειδήσεις, μέσα στην κίνηση, τη συνεχή ανταλλαγή, τον πάντα ανοιχτό και ημιτελή διάλογο του ανθρώπου με τον αμείλικτο χρόνο και την τραγική ιστορικότητα της ατομικής του ύπαρξης.
Ο μηχανισμός που θέλουν να επιβάλλουν είναι ένας μηχανισμός ομοιογένειας που προϋποθέτει πάντα τον αποκλεισμό κάθε ετερογένειας, κάθε ετεροδοξίας, κάθε ετερότητας.
Ο γλωσσικός τους συντηρητισμός, η ταξινόμηση της γλώσσας σε αριθμημένα συρταράκια αντανακλά την φαντασιακή τους σύλληψη της κοινωνίας ως ενός ισοπεδωμένου αθροίσματος αδιαφοροποίητων μονάδων όπου όλοι θα διακατέχονται από ταυτόσημες ανάγκες και απαράλλαχτες αξίες.
Πώς να καταλάβουν ότι η ιδεολογική εξέλιξη του ανθρώπινου υποκειμένου είναι ακριβώς μια διαδικασία ατομικής επιλογής και αφομοίωσης των αθησαύριστων λέξεων του άλλου προσώπου;
Πώς να δουν ότι το τετριμμένο και το απολιθωμένο στη γλώσσα δεν επαρκεί ποτέ στις εκφραστικές ανάγκες της αδυσώπητης διαδικασίας αλλαγής που ονομάζεται ιστορική εξέλιξη;
Πώς να νιώσουν ότι η γλώσσα είναι ένα πεδίο μάχης που σείεται από έντονες αντιθέσεις, από τη διαρκή πάλη ανάμεσα στις ποικιλίες των κοινωνιολέκτων που περιέχει την ίδια ακριβώς στιγμή που τραντάζεται από τη ασυμφωνία των ατομικών φωνών που ηχούν μέσα της;
Τέλος, πώς να αντιληφθούν ότι η γλώσσα του εποικοδομητικού στοχασμού και της διαχρονικά άξιας λογοτεχνίας δεν αναμηρυκάζει ποτέ ούτε τις δοσμένες στενές αντιλήψεις ούτε τις κλειδωμένες προκαταλήψεις; Αντίθετα, διαρκώς τις παραβιάζει! Πως; Μα με νέους τρόπους έκφρασης και νέους κώδικες σχηματισμού εννοιών, αφού μόνο πρωτότυποι τρόποι σύλληψης μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε τις καινούργιες παραστάσεις της ανθρώπινης περιπέτειας που συνεχώς μεταβάλλονται!
ΤΑ ΛΕΞΙΚΑ ΣΑΝ ΔΕΣΜΟΦΥΛΑΚΕΣ
Για να υποστηρίξουν τις τάσεις τους οι Κασσάνδρες της γλωσσικής κινδυνολογίας ισχυρίζονται ότι ανατρέχουν σε περιώνυμα γλωσσικά βοηθήματα και περίφημα λεξικά που τα κραδαίνουν σαν πύρινη ρομφαία κατά των «παραβατών» του λεξιλογίου. Χρησιμοποιούν οι καθαρολόγοι κάποια υπερτιμημένα λεξικά σαν απαράβατα θέσφατα. Και μάλιστα ποια; Εκείνα ακριβώς που αντί να προσφέρουν γνήσια χρηστικά παραδείγματα αληθινής ζωής, βρίθουν από αφύσικα επινοημένες, απίστευτης γελοιότητας προτασιακές αυθαιρεσίες.
Σε δύο από τα πλέον προβεβλημένα «επιστημονικά» έργα σύγχρονης δήθεν επικοινωνιακής προσέγγισης κυριολεκτικά πέφτουμε πάνω στις εξής «χρηστικότατες» φράσεις: «Μια φίλη μου παίζει βιολί σε κάποια ορχήστρα…Μπορείς να καλέσεις οσουσδήποτε θέλεις…μια χτένα μπορείς να αγοράσεις από τα περίπτερα…Μας άνοιξε την πόρτα μια γυναίκα χωρίς σκουλαρίκια…κλπ». Εν έτει 2024, που άραγε ακούγονται και από ποιους ξεστομίζονται σε φυσική παραγωγή λόγου τέτοιες «επικοινωνιακά» αλλόκοτες ανοησίες;
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να θυμίσουμε τη χαρακτηριστική θέση του Borges: «…τα λεξικά… είναι τεχνητοί χώροι αποθήκευσης (παρωχημένα και λειψά ετοιματζίδικα λέξεων!) που φτιάχνονται με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με τις γλώσσες που προσπαθούν να ορίσουν».
Το θέμα αν και το πληρέστερο ακόμη λεξικό ζωντανής γλώσσας αποτυπώνει με ακρίβεια την αληθινή φύση και την νοηματική έκτασή της είναι οριστικά και αμετάκλητα λυμένο: η απάντηση είναι ένα ανεπιφύλακτο όχι!
Πρώτον, γιατί όπως προαναφέρθηκε, η γλώσσα ανανεώνεται με ρυθμούς πολύ ταχύτερους από τη δυνατότητα της έντυπης καταγραφής της.
Δεύτερο, η πλήρης κατανόηση μιας λέξης χρειάζεται πάνω απ’ όλα το εξακριβωμένο συγκείμενο και περικείμενο που την συνοδεύει. Άρα το αναζητούμενο νόημα δεν φωλιάζει ποτέ στα αυτιστικά όρια μιας μοναχικής λεξούλας. Στο κάτω-κάτω ακόμη και ο απλός ορισμός μιας έννοιας δεν μπορεί να εξαχθεί παρά μόνο ως γενίκευση των επιμέρους συμμετοχών της λέξης σε χρήσεις αληθινού λόγου.
Η λεξικογραφία, επομένως, μπορεί να στοιχειοθετεί τις συνεπαγωγές της μονάχα από την αυθεντική γλωσσική παραγωγή. Το αντίθετο οδηγεί σε πλήρη αναξιοπιστία, δογματικότητα, γλωσσικό καταναγκασμό και αντεπιστημονική αυθαιρεσία.
Τρίτο, αυτό που προσφέρει συνήθως ένα λεξικό είναι η δηλωτική σημασία μιας λέξης πράγμα που σημαίνει ότι παραλείπεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου η εκφραστική, η συναισθηματική, η συνειρμική, η υπαινικτική, η διαπροσωπική, η κοινωνικοπροθετική, η υποδηλωτική, η υφολογική και κυρίως η πραγματολογική σημασία (pragmatics).
Τέταρτο, η συνήθης τουλάχιστον καθ’ ημάς λεξικογραφική προσέγγιση και πράξη (ξανά κι εδώ αναφωνούμε – Ελλάς, το μεγαλείο σου!) είναι η συναγωγή της ύλης να επαφίεται ως επί το πλείστον στις ατεκμηρίωτες ετυμολογικές εικασίες, τα αποκυήματα συχνά της φαντασίας και τα μέχρι φαιδρότητος κατασκευασμένα «χρηστικά» παραδείγματα της συντακτικής ομάδας ή έστω ακόμη τον ερανισμό από απαρχαιωμένα λεξικά.
Λείπουν οι πελώρια τεράστιες συλλογές, δηλαδή τα απαραποίητα σώματα αυθεντικής γλώσσας αποτελούμενα από σύγχρονα προφορικά και γραπτά κείμενα πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων λέξεων όλων των γενών και των ειδών του φυσικού, συνεχούς, πραγματικού λόγου, ο οποίος είναι στην ουσία τι; Η αληθινή, μοναδική και αποκλειστική μήτρα διαμόρφωσης και επικύρωσης της ακριβούς σημασίας και της αξιόπιστης χρήσης.
Με τις προηγούμενες παρατηρήσεις κατά νου, καταδεικνύεται, ελπίζουμε με σαφήνεια, ότι επιστημονικά παραδεκτοί μπορούν να γίνουν μόνον εκείνοι οι λεξικογραφικοί και γραμματικοί ισχυρισμοί που στηρίζονται αποκλειστικά σε σώμα φυσικού λόγου (corpus) το οποίο έχει παραχθεί εν χρήσει μέσα σε γνήσιο ενδογλωσσικό και εξωγλωσσικό περιβάλλον. Δεν είναι δηλαδή επιτακτικά ιδεολογήματα φιλολογικής επινόησης και γλωσσολογικών εικασιών.
Οτιδήποτε άλλο, άσχετα με το πώς παρουσιάζεται και από ποιους μεγαλορρήμονες υποστηρίζεται, αποτελεί μονάχα επιστημονικοφανή κομπογιαννιτισμό! Τα πορίσματα για τη γλώσσα επαληθεύονται ή καλύτερα διαψεύδονται μόνο μέσα σε αληθινές γλωσσικές περιστάσεις, γεγονότα και πράξεις και μόνο μέσα σε αληθινά αποσπάσματα λόγου που γράφτηκαν ή ειπώθηκαν αποβλεπτικά. Για να επιτελέσουν δηλαδή κάποιο αυθεντικό σκοπό πραγματικής επικοινωνίας, ξέχωρο και ανεπηρέαστο από γλωσσολογικά δόγματα.
Έτσι γίνεται πια ολοφάνερο ότι όταν οι χωροφύλακες του λεξιλογίου και της γραμματικής μας αποφθέγγονται και δογματίζουν χωρίς όμως να στηρίζονται άμεσα στο ζωντανό σώμα της επικοινωνιακά παραγόμενης γλώσσας, διατυπώνουν διαγνώσεις εντελώς ανυπόστατες.
Η ΚΡΥΦΗ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΩΝ ΑΝΑΧΡΟΝΙΣΜΩΝ
Γιατί όμως θα ρωτούσε κάποιος γλωσσικά βοηθήματα και γλωσσικές διακηρύξεις γραμμένες με πολύ στόμφο αλλά ισχνότατη τεκμηρίωση έχουν πέραση στην εποχή μας;
Η απάντηση θα μπορούσε να αναζητηθεί στην παθολογική ανασφάλεια που χαρακτηρίζει τους σκιαγμένους κυριούληδες του πνεύματος, οι οποίοι, τρέμοντας στη σκέψη ότι κάθε νέα σημασιοδότηση ανατρέπει τον εφησυχασμό τους και τη στατική κατανόηση ενός απατηλά οικείου κόσμου, θέλουν να αμυνθούν ακινητοποιώντας ακόμα και τη γλώσσα.
Αυτή η φοβική νοοτροπία έχει επιβάλλει από τη μια τη γλυκανάλατη παλιλλογία τυποποιημένων φράσεων του συρμού και από την άλλη την κυριαρχία του μόνιμου, επαναληπτικού λόγου της «διοικήσεως».
Πάει ο ζωντανός απροσχεδίαστος λόγος, τέρμα τώρα το παραστατικό ιδιόλεκτο. Γι’ αυτό και τα αγαπημένα ευπώλητα λεξικά τους δεν είναι παρά μηχανές αναμασήματος ενός ψεύτικου και κατασκευασμένου, ενός φαντασιακού, ιδεατού λόγου.
Αλλιώς, ποιος δαντελένιος γιασεμής θα ρωτούσε στα σοβαρά σήμερα «ομιλείτε Ελληνικά;» και δεν θα τον έπαιρναν αυτομάτως με τα γιούχα; Άκου εκεί, «ομιλείτε»! Κι όμως, αυτή η κυριλέ γλωσσική κιτσαρία δεν προκαλεί κάποιο μεμονωμένο θαυμασμό στην όποια μαντάμ Σουσού, αλλά εξακολουθεί να μαγεύει τους «εξευγενισμένους» μικρολόγους αυτού του τόπου.
Το όνειρό τους; Να ξαναλέμε διαρκώς τα ίδια πράγματα, με το ίδιο νόημα και προπάντων με τις ίδιες «εγκεκριμένες» από τα επίσημα λεξικά τους λέξεις. Το στερεότυπο έχει γίνει πια πολιτικό φαινόμενο, είναι πια η κύρια μορφή της μικροαστικής ιδεολογίας και της εύπεπτης λογοτεχνίας.
Ο δικός τους έγκλειστος λόγος είναι μια παθολογία της γλώσσας που ανθίσταται σθεναρά στην ανόθευτη επικοινωνία. Είναι ένας συλλογικός αυτισμός, μια πνευματική μέγγενη, μια απολυταρχική άρνηση της ετερότητας του άλλου προσώπου. Προϋποθέτει πως δεν υπάρχουν άλλα αυθύπαρκτα υποκείμενα με αυτοτελή λόγο πέραν εκείνου που θεωρείται ότι αποτελεί το κανονιστικό πρότυπο. Είναι το προσωπείο μιας ιδεολογίας που απονέμει προνόμια στον ενισμό και τη μονολογική αδιαλλαξία.
Κι όμως οι ζηλωτές του λεκτικού μονισμού ξέρουν ότι η πραγματικότητα δεν μπορεί απλά ν’ αντικατοπτρίζεται άμεσα και αυτοματικά από τη γλώσσα. Αντίθετα, όσο παράδοξο κι αν ηχεί, (η πραγματικότητα) αποκτά υπόσταση, νοηματοδοτείται, και σμιλεύεται από αυτήν (τη γλώσσα)!
Άρα, η ζωντανή γλώσσα απεχθάνεται απολύτως την παγωμένη αμεταβλησία του θανάτου. Απεναντίας, προκρίνει το θαύμα της αιώνιας γέννησης και μεταμόρφωσης, της ακατάπαυτης ανάπλασης και αναδημιουργίας.
Με όλες τούτες τις σκέψεις οδηγούμαστε στο ασφαλές, πιστεύουμε, συμπέρασμα ότι το νόημα των πραγμάτων και των όντων, το νόημα των ανθρώπινων πράξεων και αναζητήσεων, συνεπώς το νόημα των λέξεων, δεν μπορεί (κι ευτυχώς!) να είναι κάτι το αιώνια διευθετημένο.
Γι’ αυτό το λόγο, ας μας παρηγορεί πάντα η ευοίωνη βεβαιότητα ότι τίποτα το τελεσίδικο δεν έχει παραχθεί μέχρι τώρα στη γλώσσα. Οι τελευταίες λέξεις του κόσμου και επί του κόσμου δεν έχουν ειπωθεί ακόμα! Ο αυθεντικός ανθρώπινος λόγος, όσο κι αν κάποιοι «ειδικοί» πασχίζουν να τον «σωφρονίσουν», θα παραμένει πεισματικά ανοιχτός κι ελεύθερος. Γιατί όλα είναι ακόμα να έρθουν! Γιατί όλα θα είναι πάντα να έρθουν!
Ο Σπύρος Άνδρεϊτς υπηρετεί επί δεκαετίες τον χώρο της διδακτικής των Αγγλικών και ευρύτερα των Ξένων Γλωσσών, κατέχοντας συναφή ειδίκευση με μεταπτυχιακά προσόντα.
Δοκιμιογραφεί από τα νεανικά του χρόνια επί θεμάτων κοινωνικών, πολιτικών, φιλοσοφικών και λογοτεχνίας.
Ήδη 11 βιβλία του κυκλοφορούν στα Αγγλικά σε ηλεκτρονική, χαρτόδετη και σκληρόδετη μορφή στο AMAZON.COM (2 βιβλία δοκιμίων, 3 λογοτεχνικά, και 6 διδακτικής της Αγγλικής γλώσσας).
https://www.amazon.com/stores/Spyros%20Andreits/author/B0CD2LHNRT