Η τεκμαρτή φορολόγηση δεν πατάσσει την φοροδιαφυγή, απλά πλήττει τους μικρότερους. Γράφει ο Σπύρος Σκιαδόπουλος*
Η κυβέρνηση αποφάσισε να θεωρεί ως τεκμαρτό φορολογήσιμο εισόδημα όλων των ελεύθερων επαγγελματιών τον ετήσιο κατώτατο μισθό, όπως εκάστοτε ισχύει, προσαυξημένο κατά 10% για κάθε τρία έτη δραστηριότητας μετά την εξαετία. Κανείς δεν θα μπορεί να δηλώνει κάτω από 10.900 ευρώ, άρα όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα πληρώνουν ελάχιστο φόρο, είτε τα βγάζουν είτε όχι! Τέτοια η αδυναμία της κυβέρνησης να ελέγξει και να επιβάλει τα νόμιμα, ώστε χρειάζεται να αντιμετωπίζει όλους τους ελεύθερος επαγγελματίες ως φοροδιαφεύγοντες. Και χωρίς να προσμετράει όλα τα έξοδα τους, ώστε να εκπίπτουν από ζυγαριά. Χωρίς να υπολογίζει την ασφάλιση που ΗΔΗ πληρώνουν. Χωρίς να υπολογίζει την αγωνία τους.
Να δούμε παραδείγματα με νούμερα από ένα δικηγόρο με βάση την προτεινόμενη φορολόγηση από την κυβέρνηση:
1. Δικηγόρος 6ετίας με ετήσια ακαθάριστα έσοδα (τζίρο) 15.100 ευρώ. Η τεκμαρτή ελάχιστη αμοιβή προσαυξάνεται κατά 35% και ανέρχεται σε (10.920×1,35) 14.742 ευρώ.
2. Δικηγόρος 12ετίας με ετήσια ακαθάριστα έσοδα (τζίρο) 15.100 ευρώ. Η τεκμαρτή ελάχιστη αμοιβή προσαυξάνεται κατά 35% και ανέρχεται σε (14.196 x1,35) 19.164 ευρώ.
3. Δικηγόρος 6ετίας με ετήσια ακαθάριστα έσοδα(τζίρο) 23.000 ευρώ. Η τεκμαρτή ελάχιστη αμοιβή προσαυξάνεται κατά 70% και ανέρχεται σε (10.920×1,70) 18.564 ευρώ.
4. Δικηγόρος 12ετίας με ετήσια ακαθάριστα έσοδα (τζίρο) 30.500 ευρώ. Η τεκμαρτή ελάχιστη αμοιβή προσαυξάνεται κατά 100% και ανέρχεται σε (14.196×2) 28.392 ευρώ.
5. Δικηγόρος 7ετίας δεν απασχολεί υπαλλήλους και δηλώνει καθαρό κέρδος 10.000 ευρώ. Θα φορολογηθεί για τεκμαρτό ελάχιστο κέρδος 12.012 ευρώ. Ο φόρος που αναλογεί στα δηλωθέντα καθαρά κέρδη είναι 900 ευρώ, ενώ ο φόρος που αναλογεί στο τεκμαρτό ελάχιστο κέρδος είναι 1.342,64 ευρώ. (τα παραδείγματα δεν είναι δικά μου, είναι επιμελεία του συναδέλφου Ανδρέα Τσουρουφλή, Αν. Καθηγητή Φορολογικού Δικαίου Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών)
Γιατί η κυβέρνηση προτιμά να λάβει ως κριτήριο τα χρόνια ενασχόλησης και όχι τα πραγματικά ποσά που βγάζουν οι δικηγόροι;
Θα μου πείτε δεν τα δηλώνουν. Είναι όλοι φοροφυγάδες!
Μπορώ να σας απαντήσω από τη σκοπιά του δικηγόρου. Για οποιαδήποτε διαδικαστική πράξη που πρέπει να κάνει ο δικηγόρος (κατάθεση αγωγής, παράσταση στα δικαστήρια κτλ.) κόβει ένα παράβολο στον εκάστοτε Δικηγορικό Σύλλογο (το λεγόμενο διπλότυπο ή προείσπραξη δικηγορικής αμοιβής) το οποίο τεκμαίρει πως πληρώθηκε ένα ποσό Χ για τη συγκεκριμένη δουλειά (είτε το πληρώθηκε πραγματικά, είτε όχι). Αντίγραφο αυτού του παραβόλου λαμβάνει η κατά τόπον φορολογική αρχή, η οποία επομένως και γνωρίζει πως έκοψες αυτό το διπλότυπο. Δεν έχεις τη δυνατότητα να μην κόψεις αυτό το παράβολο γιατί αν δεν το κάνεις το δικαστήριο δεν θα παραλάβει την κατάθεση ή η αγωγή σου θα απορριφθεί, και δεν θα σε αφήσουν να παρασταθείς στο δικαστήριο. Συνεπώς το κράτος γνωρίζει ακριβώς τι δουλειές έχεις κάνει!
Πως φοροδιαφεύγει πια ο δικηγόρος; Έχει ήδη φορολογηθεί!
Και στο κάτω κάτω αφού πιστεύει η κυβέρνηση ότι φοροδιαφεύγει, ας δημιουργήσει μηχανισμούς ελέγχου για να βρει εκείνους που πράγματι φοροδιαφεύγουν, αντί να τους θεωρεί όλους φοροφυγάδες!!
Σίγουρα υπάρχουν ομάδες δικηγόρων (και γενικά ελεύθερων επαγγελματιών) που λυμαίνονται την δικηγορική ύλη, που ακόμα και το 99% των εισοδημάτων τους να εξαφανίζονταν, δεν θα προβληματίζονταν (εξ ού και η κακή εικόνα).
Αυτή είναι η μειοψηφία. Η πλειοψηφία δυσκολεύεται εξαιρετικά, μέχρι το σημείο να φυτοζωεί. Ειδικά οι νεότεροι επιστήμονες, μετά από τη δεκαετή μνημονιακή περίοδο, την πανδημία, την ενεργειακή κρίση και την σημερινή κατακόρυφη αύξηση των τιμών και του πληθωρισμού, που δεν έφυγαν από την χώρα, είτε επειδή δεν είχαν την ευκαιρία, είτε επειδή πίστεψαν στην ελληνική οικονομία δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν και θα μπουν (αναπόφευκτα) ως υπάλληλοι σε άλλα δικηγορικά σχήματα.
Γιατί δεν δίνεται όντως στήριξη αντί να αφαιρούνται κίνητρα; Η κυβερνητική στήριξη φαίνεται είναι «θα σας θεωρώ όλους φοροφυγάδες επειδή δεν μπορώ να σας ελέγξω». Εννοείται κανένας λόγος για μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.
Με τέτοιο μεγάλο παρεμβατισμό οι πάντες οδηγούνται εκτός επαγγέλματος, κινδυνεύει η επιβίωση τους και στο τέλος της ημέρας δεν εξασφαλίζεται η λύση του προβλήματος. Παραβιάζεται το άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει τη φορολόγηση με βάση την πραγματική φοροδοτική ικανότητα του φορολογούμενου και επιβάλλει τη φορολόγηση του καθαρού κέρδους, όπως προκύπτει μετά την έκπτωση των δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα.
Τελικά, το νομοσχέδιο δεν πατάσσει την φοροδιαφυγή, απλώς φορολογεί οριζόντια, τεκμαρτώς, και αδίκως, πλήττοντας τους μικρότερους.
*Ο Σπύρος Σκιαδόπουλος είναι δικηγόρος