Περίεργο μείγμα θλίψης και υποκρισίας. Γράφει ο Ηλίας Βαλάρης

Συνθήκες συνολικής κοινωνικής θλίψης αλλά και συνολικής υποκρισίας βιώνουμε εσχάτως στη χώρα μας, μετά την τραγωδία στα Τέμπη, όπου τόσοι άνθρωποι βρήκαν τραγικό θάνατο στη σύγκρουση των τρένων. Όλοι πονάμε, όπου κάποιοι διαγωνίζονται για το πόσο περισσότερο νοιώθουν τον πόνο και ελάχιστοι δυστυχώς προσπαθούν να κρατήσουν την ψυχραιμία τους, πόσο μάλλον τη νηφαλιότητά τους.
Στο γενικό κλίμα, όπου ο κανόνας είναι η περισυλλογή, η φλυαρία περισσεύει με κύριους εκφραστές εκείνους δυστυχώς που οφείλουν εκ της θέσης τους, του λειτουργήματός τους ή και της πρόσβασης στη δημοσιότητα να δαγκώνουν τη γλώσσα τους πριν μιλήσουν, οπότε και δίνεται η ευκαιρία να βγουν οι σκελετοί από τις ντουλάπες, αλλά και να προταχθούν οι σκοπιμότητες, τα ενδόμυχα μίση, αλλά και τα κόμπλεξ, υπό τη δικαιολογία της οργής και της αγανάκτησης για το δυστύχημα.
Προφανώς το συμβάν δεν μπορεί να ξεπεραστεί εύκολα, ούτε είναι εύκολο να γίνει διαχείριση του πόνου, που για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους δεν έχει καμία σχέση με τον πόνο εκείνων που βιώνουν την απώλεια, οπότε καλό είναι να μην υπερβάλουν εκείνοι που βρήκαν την ευκαιρία να επιδείξουν ευαισθησίες, ή να κλείσουν λογαριασμούς, καθώς κάτι τέτοιο δεν τιμά, αλλά προσβάλει τους νεκρούς.
Σε κάθε περίπτωση θέλω να σημειώσω ότι αυτή η περίοδος δεν είναι πρόσφορη (ασχέτως αν κάποιοι την εκλαμβάνουν ως τέτοια) για διαγωνισμούς πόνου ή και ευαισθησίας, καθώς η ένταση που επικρατεί μπορεί και να οδηγήσει στην αποκάλυψη της υποκρισίας που υποκρύπτεται στην εντατικοποίηση του συνολικού πόνου.
Είναι λοιπόν προφανές, πως οι όροι του δημόσιου κι ιδιωτικού διαλόγου, μετά το ατύχημα άλλαξαν άρδην (χωρίς να ξέρω για πόσο βέβαια), ενώ και το πολιτικό περιβάλλον πέρασε σε μια νέα φάση, όπου είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτή η όποια προσπάθεια κατευνασμού, υποσχεσιολογίας, πόσο μάλλον της κλασσικής «μπαρουφολογίας», που… συντροφεύουν διαχρονικά τις προεκλογικές περιόδους στη χώρα μας.
Υπό τις παρούσες συνθήκες είναι προφανές πως εκλογές άμεσα δεν μπορούν να διεξαχθούν, καθώς οι όροι είναι επιβαρυμένοι υπό τη συλλογική οργή, κάτι που θέτει σε κίνδυνο την ίδια τη Δημοκρατία μας, όσο κι αν σας ακούγεται περίεργο, καθώς το συναίσθημα υπερβαίνει σήμερα την ελάχιστη έστω λογική που χρειάζεται το εκλογικό σώμα για να επιλέξει τους επόμενους ταγούς του.
Για το λόγο αυτό είμαι σχεδόν σίγουρος ότι η 9η Απριλίου «θάφτηκε» από την τραγωδία και η 23η Απριλίου επίσης δυσκολεύεται να οριστεί ως ημέρα κάλπης, αν πρώτα δεν διαπιστωθεί μια εκτόνωση του συνολικού συναισθήματος, που οφείλω να σημειώσω οδηγεί σε πολλές παρανοήσεις, αλλά και παραβλέψεις, μιας και ζητήματα κρίσιμα, όπως οι συντάξεις, η ακρίβεια, οι αυξήσεις στους μισθούς, η λεηλασία των fund σε βάρος των ελλήνων πέρασαν σε δεύτερη μοίρα λόγω του δυστυχήματος, όταν αυτά θα έπρεπε να είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και της διεκδίκησης των πολιτών.
Μάλιστα θα επισημάνω πως στρεφόμενοι στη δικαίωση των θυμάτων, στις έρευνες που πρέπει να γίνουν καθαρά και τίμια, αλλά και την αναθεώρηση όλων των κακοδαιμονιών που ταλανίζουν τη χώρα εδώ κι δεκαετίες, δίνουμε το περιθώριο σε κάποιους να περάσουν ήρεμα και να επιτύχουν τους στόχους τους που είναι σε βάρος της κοινωνίας, καλυπτόμενοι πίσω από τη μονοθεματική προσοχή ελέω της πάνδημης θλίψης που βιώνουν οι έλληνες.
Δεν θέλω με κανένα τρόπο να υποβαθμίσω το γεγονός της τραγωδίας, αλλά δεν μπορώ να μην σημάνω τον κώδωνα του κινδύνου για την ανηθικότητα που επικρατεί στη σκοτεινή πλευρά της πραγματικότητας, που προφανώς και δεν συνταράσσεται από φέρετρα, ευθύνες ή ενόχους και βλέπει μόνο χρήσιμους ηλίθιους, ή βολικά θύματα!
Έτσι λοιπόν ας σκεφτούμε καθώς περνάμε τις μέρες μας κοιτάζοντας τα αποκαΐδια της τραγωδίας και παρακολουθώντας κηδείες αθώων και ανυποψίαστων, τι πρέπει να συμβεί και πως αυτό μπορούμε να το πετύχουμε.
Άλλωστε η μεγάλη αλλαγή που συντελείται εσχάτως είναι πως το προσεχές διάστημα μοιραία δεν θα κοιτάμε μπρος, αλλά πίσω σε όλα εκείνα που μας βαραίνουν. Οπότε καλό είναι (ιδίως έναντι εκείνων που κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους) να προβούμε επιτέλους στο αναγκαίο ξεκαθάρισμα πριν κάνουμε το επόμενο βήμα.
Ας είμαστε λοιπόν περισσότερο υποψιασμένοι, όταν γινόμαστε αποδέκτες της συγκίνησης και ας φιλτράρουμε τρις εκείνα που ακούμε, μιας και πολύ φοβάμαι ότι δεν κυριαρχούνται όλοι και πάντα από ευγενείς και ειλικρινείς προθέσεις… κάτι που ιδίως στην πολιτική μάλλον είναι ο κανόνας παρά η εξαίρεση.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *