Αμφίρροπη η μάχη των εθνικών εκλογών. Γράφει ο Ηλίας Βαλάρης

Ότι βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, το ξέρουν και οι πέτρες, η αντιπολίτευση αναζητά λόγους για να σταθεί απέναντι στην κυβέρνηση και τα κυβερνητικά στελέχη προσπαθούν ν’ αποδείξουν την αποτελεσματικότητά τους, είτε αναγγέλλοντας πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις, είτε επιθεωρώντας όσα έχουν δρομολογηθεί.
Βέβαια, διάγουμε προεκλογική περίοδο υπό εξαιρετικά ασύμμετρους όρους, μιας και μετά την πανδημία, προέκυψε ο πόλεμος στην Ουκρανία, που έχει φέρει τρομερές ανατροπές, είτε σε επίπεδο ενεργειακού κόστους, είτε σε επίπεδο ακρίβειας. Στην πραγματικότητα κινούμαστε εν μέσω μιας ακόμα πολύ σκληρής κρίσης, οπότε και η ατζέντα της ημερήσιας αντιπαράθεσης έχει ως φόντο τα δεινά της κοινωνίας, όπου κι αυτά διανθίζονται εσχάτως με την υπόθεση των παρακολουθήσεων και των κάθε λογής αναλύσεων που βλέπουν το φως της επικαιρότητας.
Ανεξάρτητα αν μας θλίβουν τα τεκταινόμενα, ή μας τραβούν την προσοχή, το σίγουρο είναι πως θα έχουμε μια περίοδο ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, καθώς έχω την εντύπωση πως αναγκαστικά θα προκύψουν παραδοχές, που υπό άλλες συνθήκες δεν θα τους δίναμε καν σημασία.
Για παράδειγμα η επιλογής της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ασκεί σχεδόν μονομερή επίθεση στην κυβέρνηση για τις παρακολουθήσεις, βάζοντας κι ολίγο καρύκευμα δια των… διαπιστωτικών καταγγελιών περί ακρίβειας, αρχίζει να κινεί υποψίες ότι μάλλον έχει χάσει τον προσανατολισμό της και αντί να κοιτά μπροστά, στρέφεται ολοένα και περισσότερο στο παρελθόν, πιθανώς αναπολώντας τις εύκολες περιόδους, προ της δικής τους διακυβέρνησης, όπου έλεγαν ότι ήθελαν, διαμαρτύρονταν για ότι ήθελαν, υπόσχονταν όσα ήθελαν και χάιδευαν με περίσσεια ευκολία τ’ αφτιά των πολιτών που άκουγαν πάντα εκείνα που ήθελαν.
Αντιστοίχως το ΠΑΣΟΚ, υπό νέα ηγεσία ακροβατεί μοιραία μεταξύ του λαϊκισμού που έχει επιλέξει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κύρια πολιτική τακτική και την ανάγκη να επανατοποθετήσει την αξιοπιστία του ως παράταξη, καθώς αγωνίζεται να βρει το βηματισμό του και να μεγαλώσει το ποσοστό του, καθώς φιλοδοξεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο μετεκλογικό περιβάλλον.
Για τις υπόλοιπες παρατάξεις οι συνθήκες είναι λίαν ευκολότερες, μιας κι οι αγωνίες τους περιορίζονται στα χαμηλά ποσοστά τους, οπότε και μπορούν με άνεση να επικαλεστούν κάθε τι που τους βολεύει, ακόμα κι αν τραβούν και μερικές εξτρεμιστικές πορείες προς τα δεξιά ή και τα αριστερά!
Τώρα βέβαια, μένει το ερώτημα για την κυβερνητική παράταξη… που όπως φαίνεται έχει αποκτήσει το πλεονέκτημα να ορίζει την ατζέντα όχι γιατί μπορεί να ελέγξει τις εξελίξεις, αλλά γιατί εντέλει αποδεικνύονται ιδιαίτερα έξυπνοι να κοιτούν προς το αύριο, αντί να κάθονται και να μιζεριάζουν επί των εμμονών.
Άλλωστε διαθέτοντας το πλεονέκτημα της διαχείρισης της πανδημικής κρίσης, αλλά και της νέας με τον πόλεμο της Ουκρανίας, διευθετώντας με όσο το δυνατόν καλύτερο τρόπο τα ζητήματα της ακρίβειας, ακόμα κι αν δεν πετυχαίνουν απόλυτα όλες οι πρωτοβουλίες, μπορεί και διαμορφώνει το πλαίσιο της προεκλογικής περιόδου.
Μάλιστα σε ότι αφορά το μέλλον, κατέχει το αδιαμφισβήτητο προνόμιο πλέον του ψηφιακού μετασχηματισμού τους κράτους, που είναι ένα επίτευγμα, διακριτό απ’ όλους, αλλά και της νέας κι ιδιαίτερα δυνατής τοποθέτησης της χώρας στην ευρωπαϊκή και εν γένει τη διεθνή σκακιέρα.
Υπό αυτά τα δεδομένα θα λέγαμε πως οι γαλάζιοι δεν δείχνουν να κινδυνεύουν στις προσεχείς εκλογές κι η αλήθεια είναι πως αυτό ισχύει στο γενικό πλαίσιο, παρ’ όλο που η δημοσκοπική τους εικόνα δείχνει κάποιες αδυναμίες.
Βέβαια, αυτή η γενική εικόνα δεν σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζει κινδύνους που μπορεί ν’ ανατρέψουν τα σημερινά δεδομένα. Προφανώς και κάτι που θα προκύψει και θα συνθλίψει την ως τώρα ικανοποιητική γνώμη για την αποτελεσματικότητά της, ή την αξιοπιστία της μπορεί να την πλήξει δραματικά, ενώ για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους, ένας σοβαρός κίνδυνος που δεν γνωρίζουμε ακόμα πόσο μεγάλος είναι, αποτελεί και η εκάστη τοπική τάση.
Για παράδειγμα σε τοπικό επίπεδο, όπως η Κέρκυρα ας πούμε, όπου η κυβέρνηση δια των αντιπροσώπων της, δεν έχει και την καλύτερη δυνατή εικόνα, μπορεί να την πλήξει στις τοπικές αποδόσεις, που προφανώς δεν είναι σίγουρο αν θα έχει επίπτωση στη γενική της απόδοση.
Ουσιαστικά η ΝΔ στις προσεχείς κάλπες μπορεί να πηγαίνει με τον αέρα της αποτελεσματικότητας, αλλά κονταίνει από το βάρος της αναποτελεσματικότητας των στελεχών της που στις προηγούμενες εκλογές στήριξε με νύχια και με δόντια.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *