Η αισιόδοξη πλευρά του Κώστα Κούρκουλου.
Παρά τη μελαγχολία που έχει προκληθεί από την υπόθεση των υποκλοπών, υπάρχει και η αισιόδοξη πλευρά.
Είναι η πρόοδος που έχει συντελεστεί μέσα σε ελάχιστα χρόνια.
Διότι, στην περίπτωση π.χ. των υποκλοπών εις βάρος ανώτατου δικαστή που συνέβησαν στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ με σκοπό να εκβιαστεί ο δικαστής για την ψήφο του στην υπόθεση των «βοσκοκάναλων», πληροφορηθήκαμε την υποκλοπή από την ίδια την «Αυγή», όταν είχαν το θράσος, θεωρώντας ότι δεν τους δεσμεύει κανένας νόμος, να χρησιμοποιήσουν το προϊόν της υποκλοπής.
Και ουδείς συγκινήθηκε από την τότε κυβέρνηση.
Ουδείς παραιτήθηκε, ωσάν να ήταν κάτι σύνηθες και νόμιμο το έγκλημα που διαπράχθηκε.
Ουδείς επίσης φέρεται να διώχθηκε από τους δράστες της σειράς των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν με την υποκλοπή και την χρήση του προϊόντος της.
Αντίθετα, σε μία τερατώδη αντιστροφή της “τάξης του κόσμου”, διώχθηκε το θύμα της υποκλοπής, το οποίο βρέθηκε σε μία απόλυτη θεσμική, πολιτική και ηθική ερημία!
Και ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας, μπροστά στο αντιδημοκρατικό τέρας που εκδηλωνόταν, «αγρόν ηγόραζεν…» και έκανε δηλώσεις που «τρομοκρατούσαν» την Τουρκία….
Ενώ σήμερα λειτούργησαν, έστω αργοπορημένα, οι θεσμοί.
Έτσι μάθαμε την παρακολούθηση, όχι από την δημοσίευση του προϊόντος της υποκλοπής, όπως επί ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από τον έλεγχο Ανεξάρτητης Αρχής, της ΑΔΑΕ. (Δεν είναι τυχαία η αποστροφή του ΣΥΡΙΖΑ για τις Ανεξάρτητες Αρχές).
Ουδείς διανοήθηκε να θέσει υπό διωγμόν τον Νίκο Ανδρουλάκη, όπως επί ΣΥΡΙΖΑ διώχθηκε ο δικαστής.
Η κυβέρνηση επίσης φαίνεται να κινητοποιείται. Και να απαντά στο πρόβλημα με έκτακτες θεσμικές παρεμβάσεις. (Αν μείνει στην διεύρυνση της εμπλοκής των εισαγγελέων, θα είναι ανεπαρκείς).
Παρεμβαίνει ακόμη και η πρόεδρος την Δημοκρατίας, για να υπενθυμίσει ότι οι διατάξεις που σχετίζονται με τέτοιου είδους επεμβάσεις στην προσωπική ζωή, είναι στενά ερμηνευτέες, εκφράζοντας έτσι το πνεύμα της καστοριαδικής διδασκαλίας, ότι «δημοκρατία είναι το καθεστώς του αναστοχασμού και του αυτοπεριορισμού».
Η διαφορά δεν είναι και μικρή. Διότι η ιστορία με τον δικαστή παραπέμπει σε αντιμετώπιση από μία πολιτεία που μαγευόταν με τον πειρασμό των ολοκληρωτικών λύσεων και γι’ αυτό εξέφραζε εμπράκτως την τερατώδη αντίληψη ότι υπάρχουν άνθρωποι που «δεν έχουν δικαίωμα να έχουν δικαιώματα», ενώ με την υπόθεση Ανδρουλάκη συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο, έστω κουτσά – στραβά, έστω καθυστερημένα.