Τι γιορτάζουμε τη Μεγάλη Παρασκευή
Τη Μεγάλη Παρασκευή θυμόμαστε τα πάθη του κυρίου δηλαδή τα μαστιγώματα τα χτυπήματα το αγκάθινο στεφάνι τη σταύρωση και το θάνατο του Χριστού.Τη Μεγάλη Παρασκευή διαβάζονται τα γνωστά 12 Ευαγγέλια τα οποία είναι 12 περικοπές από τα 4 Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννου. Οι περικοπές αυτές των Ευαγγελίων αναφέρονται στα φρικτά πάθη του Κυρίου, στην Σταύρωση και την Ταφή. Ανάμεσα στο 5ο και 6ο Ευαγγέλιο γίνεται η Έξοδος του Τιμίου Σταυρού με τον Εσταυρωμένο από την Αγία Τράπεζα, γίνεται η περιφορά Του σε όλο τον Ναό και ψάλλεται το «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου».
Τα Πάθη και η Σταύρωση του Ιησού
Τότε οι στρατιώτες του Πιλάτου πήραν τον Ιησού, τον έντυσαν με κόκκινη χλαμύδα,έπλεξαν στεφάνι από αγκάθια και του το φόρεσαν στο κεφάλι σαν στέμμα και στο δεξί του χέρι τού έβαλαν ένα καλάμι. Τον χτυπούσαν, τον έφτυναν και του έλεγαν περιπαιχτικά: «Ζήτω ο βασιλιάς των Ιουδαίων».
Οι στρατιώτες πήραν τον Ιησού για να τον σταυρώσουν. Τον πήγαν έξω από την πόλη και τον έφεραν σ’ έναν τόπο που λέγεται Γολγοθάς. Αυτό σημαίνει «Τόπος Κρανίου».
Η ώρα ήταν εννέα το πρωί, όταν τον σταύρωσαν. Το μαρτύριο του Ιησού μετά τη σταύρωση κράτησε έξι ώρες.Οι στρατιώτες μοιράστηκαν τα ρούχα του, τραβώντας κλήρο για να δουν τι θα πάρει ο καθένας απ’αυτά. Η αιτία της σταύρωσης ήταν γραμμένη σε μια επιγραφή επάνω στον σταυρό: «’Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλιάς των Ιουδαίων».
Μαζί με τον Ιησού σταύρωσαν και δύο ληστές, έναν στα δεξιά κι έναν στ’ αριστερά του.
Όσοι περνούσαν από κει, κουνούσαν ειρωνικά το κεφάλι τους και έβριζαν λέγοντας: «Α, εσύ που θα γκρέμιζες τον ναό και σε τρεις μέρες θα τον ξανάχτιζες! Σώσε τον εαυτό σου και κατέβα απ’ τον σταυρό!».
Τον κορόιδευαν επίσης και οι αρχιερείς και οι γραμματείς λέγοντας μεταξύ τους: «Άλλους τούς έσωσε, τον εαυτό του όμως δεν μπορεί να τον σώσει. Είναι, λέει, ο Μεσσίας, ο βασιλιάς του Ισραήλ. Ας κατέβει τώρα από τον σταυρό, ώστε να δούμε και να πιστέψουμε σ’ αυτόν». Τον περιγελούσαν ακόμα κι αυτοί που ήταν σταυρωμένοι μαζί του.
Όταν έφτασε δώδεκα η ώρα το μεσημέρι, έπεσε σκοτάδι σ’ όλη τη γη ως τις τρεις το απόγευμα. Στις τρεις η ώρα, ο Ιησούς με δυνατή φωνή είπε: «Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί;». Που σημαίνει: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;».
Μερικοί απ’ αυτούς που βρίσκονταν εκεί είπαν: «Ακούστε, φωνάζει τον προφήτη Ηλία». Έτρεξε τότε κάποιος και βούτηξε ένα σφουγγάρι στο ξίδι, το στερέωσε πάνω σ’ένα καλάμι και του έδωσε να πιει λέγοντας: «Αφήστε να δούμε τώρα, αν θα ’ρθει ο Ηλίας να τον κατεβάσει από τον σταυρό». Ο Ιησούς έβγαλε μια δυνατή κραυγή και ξεψύχησε. Ήταν τρεις η ώρα το μεσημέρι.