Ηγέτες Πολιτικοί Δολοφόνοι με Ένθερμους Υποστηρικτές. του Σπύρου Άνδρεϊτς.
Αν παραδεχθεί κάποιος ότι υποστηρίζει ένα εγκληματικό καθεστώς ή έναν αιμοσταγή ηγέτη που διαπράττει ή παραγγέλλει δολοφονίες αντιφρονούντων, τότε πρέπει να αναθεωρήσει όχι μόνο τις πολιτικές του πεποιθήσεις, αλλά και την ηθική του ταυτότητα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει βαθιά υπαρξιακή κρίση—σαν να γκρεμίζεται κάποιος σε ένα «πολιτικό και ηθικό βάραθρο».
Σε όλη την ιστορία, οι πολιτικές δολοφονίες υπήρξαν το ειδεχθές γνώρισμα των απολυταρχικών καθεστώτων. Οι ηγέτες που εδραιώνουν την εξουσία τους μέσω του φόβου και της καταστολής συχνά στοχεύουν αντιπάλους και αντιφρονούντες, είτε ανοιχτά είτε συγκαλυμμένα, για να διατηρήσουν τον αδυσώπητο έλεγχό τους πάνω στην κοινωνία. Παρά τα ξεκάθαρα στοιχεία αυτών των εγκλημάτων, ένας σημαντικός αριθμός ατόμων, ιδιαίτερα στη Δύση προπάντων μεταξύ των πρώην και των νυν υποστηρικτών των λεγόμενων «Φιλοπρόοδων Καθεστώτων Της Ανατολικής Ευρώπης», τείνει να τα αντιπαρέρχεται ή να παραμένει σιωπηλός απέναντί τους.
Αυτό το φαινόμενο εγείρει κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την τρομακτική ιδεολογική μεροληψία, την πολιτική υποκρισία, την επιρροή των προπαγανδιστικών μέσων ενημέρωσης και τις ψυχολογικές ανεπάρκειες που ωθούν κάποιους ανθρώπους να παραβλέπουν ή να δικαιολογούν τη θανατηφόρα βία αυταρχικών καθεστώτων. Η κατανόηση αυτών των παραγόντων μπορεί να βοηθήσει στην εξήγηση του γιατί τόσοι πολλοί παραμένουν αξιοπρόσεκτα αδιάφοροι απέναντι στις πολιτικές δολοφονίες που διαπράττονται ή παραγγέλλονται από αυταρχικούς ηγέτες.
Ιδεολογική Προκατάληψη και Επιλεκτική Κατακραυγή
Μία από τις πιο πειστικές εξηγήσεις για αυτή την τάση είναι η ιδεολογική προκατάληψη. Πολλά άτομα εξακολουθούν να βλέπουν τον κόσμο μέσα από το πρίσμα των ιδεολογικών συγκρούσεων της Ψυχροπολεμικής περιόδου. Αυτά τα άτομα, που στο παρελθόν δικαιολογούσαν ή υποβάθμιζαν τις κατασταλτικές ενέργειες των λεγόμενων «Προοδευτικών Καθεστώτων», μπορεί να δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τα εγκλήματα των σύγχρονων αυταρχικών ηγετών που ισχυρίζονται ότι αντιμάχονται την ηγεμονία της Δύσης.
Αυτή η επιλεκτική κατακραυγή φαίνεται στον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η πολιτική βία. Για παράδειγμα, ενώ οι δυτικές επεμβάσεις ή οι υποτιθέμενες πολιτικές ατασθαλίες συχνά επικρίνονται και καταδικάζονται εν ριπή οφθαλμού, αποτροπιαστικά χειρότερες ενέργειες, δηλαδή πολιτικές δολοφονίες διατεταγμένες από αυταρχικούς ηγέτες αγνοούνται επιδεικτικά ή εμμέσως δικαιολογούνται. Αυτή η ασυνέπεια υποδηλώνει ότι για ορισμένα άτομα, η έλλειψη καταδίκης των πολιτικών δολοφονιών δεν βασίζεται σε καθολικές ηθικές αρχές, αλλά μάλλον σε μια ιδεολογική υποτέλεια. Αν, για παράδειγμα, ένας αυταρχικός ηγέτης παρουσιάζεται ως αντίπαλος της δυτικής κυριαρχίας, κάποιοι μπορεί να κατανοούν ή να υποβιβάζουν τη στυγερότητα των εγκλημάτων του, προτάσσοντας την ιδεολογική τους αφοσίωση έναντι του σφαγιασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Αυτό συνδέεται με την ψυχολογική έννοια της γνωστικής ασυμφωνίας (cognitive dissonance). Όταν κάποιος έχει αφιερώσει χρόνια—ή ακόμα και ολόκληρη τη ζωή του—υποστηρίζοντας καθεστώτα ή ιδεολογίες που βιάζουν και στραγγαλίζουν τη λαϊκή βούληση ενώ κατακρεουργούν τις ατομικές ελευθερίες είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδεχθεί ότι έκανε λάθος.
Αν παραδεχθεί κάποιος ότι υποστηρίζει ένα εγκληματικό καθεστώς ή έναν αιμοσταγή ηγέτη που διαπράττει ή παραγγέλλει δολοφονίες αντιφρονούντων, τότε πρέπει να αναθεωρήσει όχι μόνο τις πολιτικές του πεποιθήσεις, αλλά και την ηθική του ταυτότητα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει βαθιά υπαρξιακή κρίση—σαν να γκρεμίζεται κάποιος σε ένα «πολιτικό και ηθικό βάραθρο».
Για να αποφύγουν αυτή τη δυσάρεστη συνειδητοποίηση, πολλοί επιλέγουν είτε να αγνοούν τα στοιχεία είτε να βρίσκουν προσχήματα και αστήρικτες δικαιολογίες για τα εγκλήματα των πρώην ή των νυν «ηρώων» τους. Είναι πιο εύκολο να συνεχίσουν να πιστεύουν σε μια παραπλανητική εκδοχή της ιστορίας παρά να παραδεχτούν ότι εξαπατήθηκαν εξαιτίας πολιτικής ευήθειας ή ότι υπήρξαν συνένοχοι (έστω και έμμεσα) σε αποτρόπαιες φρικαλεότητες.
Έτσι, βλέπουμε υποστηρικτές αυταρχικών καθεστώτων να συνεχίζουν να τα υπερασπίζονται ή τουλάχιστον να αποφεύγουν κάθε επικριτικό σχόλιο, ακόμα και όταν τα αποδεικτικά στοιχεία για τα εγκλήματά τους είναι απολύτως αδιάσειστα.
Πολιτικός Πραγματισμός και Γεωπολιτικοί Παράγοντες
Πέρα από την ιδεολογική προκατάληψη, ο πολιτικός πραγματισμός διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των αντιλήψεων για τις πολιτικές δολοφονίες. Κυβερνήσεις, διαμορφωτές πολιτικής και οργανικοί διανοούμενοι μπορεί να επιλέγουν να παραμένουν σιωπηλοί ή να υποβαθμίζουν τέτοια εγκλήματα λόγω γεωπολιτικών συμφερόντων. Για παράδειγμα, ορισμένες κυβερνήσεις και πολιτικές προσωπικότητες μπορεί να αποφεύγουν να καταδικάσουν έντονα τις ενέργειες αυταρχικών ηγετών αν αυτό θα διατάρασσε τις υπάρχουσες οικονομικές, ενεργειακές ή στρατιωτικές σχέσεις.
Ομοίως, πρώην υποστηρικτές ανελεύθερων καθεστώτων αποφεύγουν την κριτική προς σύγχρονους αυταρχικούς ηγέτες που εξυπηρετούν τα ευρύτερα γεωπολιτικά τους συμφέροντα. Μπορεί να υποστηρίζουν ότι η αποκάλυψη αυτών των εγκλημάτων ενισχύει τις δυτικές αφηγήσεις ή δικαιολογεί παρεμβατικές πολιτικές, στις οποίες αντιτίθενται. Έτσι, η σιωπή ή η απάθεια απέναντι στις πολιτικές δολοφονίες μπορεί να θεωρηθεί ως στρατηγική ιδεολογική επιλογή και όχι απλώς ως άγνοια ή αναλγησία.
Η Επιρροή των ΜΜΕ και ο Έλεγχος της Πληροφορίας
Τα μέσα ενημέρωσης διαδραματίζουν επίσης καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης για τις πολιτικές δολοφονίες. Σε ανοιχτές δημοκρατικές κοινωνίες, η κάλυψη των μέσων μπορεί όντως να είναι επιλεκτική, εστιάζοντας σε ορισμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενώ υποβαθμίζει ή αγνοεί άλλες.
Ωστόσο, όμως, σε αυταρχικά καθεστώτα, τα απηνώς ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης χειραγωγούν ενεργά το απόλυτο σύνολο της πληροφόρησης με «ειδικούς διαφωτιστές – προπαγανδιστές» ώστε να δυσφημίζονται και να διασύρονται τα ίδια τα θύματα, ακόμη και όταν έχουν εξοντωθεί από τους εντεταλμένους εκτελεστές των τυραννικών καθεστώτων. Παρουσιάζουν, δηλαδή, τους αντιφρονούντες σαν προδότες, εγκληματίες ή ξένους πράκτορες, καθιστώντας τον θάνατό τους δικαιολογημένο ή επιβεβλημένο.
Ο Ρόλος του Φόβου και της Ψυχολογίας
Ένας άλλος παράγοντας που συμβάλλει στη σιωπή γύρω από τις πολιτικές δολοφονίες είναι ο φόβος. Σε αυταρχικά καθεστώτα, η δημόσια αντίθεση στη βία μπορεί να οδηγήσει σε φυλάκιση, εξορία ή ακόμη και θάνατο. Αυτό το κλίμα του τρόμου εκτείνεται και πέρα από τα εθνικά σύνορα, καθώς υπάρχουν περιπτώσεις αντιφρονούντων που έχουν στοχοποιηθεί και ξεπαστρευτεί στο εξωτερικό.
Ακόμη και σε δημοκρατικές κοινωνίες, ο φόβος κοινωνικών ή επαγγελματικών συνεπειών μπορεί να αποτρέψει άτομα από το να καταδικάσουν πολιτικές δολοφονίες.
Υπέρβαση της Σιωπής
Η τάση να αγνοούνται ή να αποσιωπούνται οι πολιτικές δολοφονίες που διατάσσονται από αυταρχικούς ηγέτες είναι ένα πολύπλοκο φαινόμενο που διαμορφώνεται από ιδεολογική προκατάληψη, γεωπολιτικά συμφέροντα, επιρροή των μέσων, από ψυχολογικούς μηχανισμούς και από τον φόβο των επίφοβων ομοϊδεατών.
Για να καταπολεμηθεί αυτή η σιωπή, είναι ζωτικής σημασίας να καταγγέλλεται ανενδοίαστα η ιδεολογική τύφλωση και ο πολιτικός φαρισαϊσμός. Η αληθινά ανεξάρτητη δημοσιογραφία, η σφαιρική κι όχι μονόπλευρη εκπαίδευση και ο δημόσιος διάλογος μπορούν να βοηθήσουν στην αποδόμηση των ύποπτα στημένων αφηγήσεων που επιτρέπουν την επιλήψιμη σιωπή και την αδιαφορία απέναντι στα προσχεδιασμένα καθεστωτικά εγκλήματα. Μόνο αναγνωρίζοντας και αντιμετωπίζοντας αυτούς τους συντελεστές πολιτικής παραπλάνησης μπορεί η κοινωνία να προχωρήσει προς ένα μέλλον όπου η φυσική εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων ενός δυνάστη θα καταδικάζεται καθολικά, βοερά και ακαριαία.